Τι είναι ουρολοίμωξη;

Ο όρος ουρολοίμωξη αναφέρεται σε λοιμώξεις οποιουδήποτε τμήματος του ουροποιητικού συστήματος από μικροοργανισμούς.  Η συχνότερη αιτία ουρολοιμώξεων είναι τα βακτήρια, τα οποία εισέρχονται από την ουρήθρα στο ουροποιητικό, όπου εγκαθίστανται και προκαλούν συμπτώματα.  Η λοίμωξη στην ουρήθρα ονομάζεται ουρηθρίτιδα, ενώ στην ουροδόχο κύστη κυστίτιδα.  Η λοίμωξη του νεφρού ονομάζεται πυελονεφρίτιδα.  Στους άντρες οι λοιμώξεις αφορούν τον προστάτη (προστατίτιδα) ή τους όρχεις/επιδιδυμίδες (ορχίτιδα/επιδιδυμίτιδα).

Πώς ταξινομούνται οι ουρολοιμώξεις;

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ουρολογική Εταιρεία οι ουρολοιμώξεις ταξινομούνται ως εξής:

– Μη επιπλεγμένες: Ουρολοίμωξη σε γυναίκες (μη εγκύους) χωρίς γνωστό ανατομικό ή λειτουργικό πρόβλημα

– Επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις: Ουρολοιμώξεις σε άντρες, κατά την εγκυμοσύνη, σε ασθενείς με γνωστή ανατομική ή λειτουργική ανωμαλία του ουροποιητικού συστήματος, με μόνιμο καθετήρα, σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς (π.χ. ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη)

– Υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις: Συχνές υποτροπές με συχνότητα τουλάχιστν 3 επεισόδια/χρόνο ή 2 επεισόδια το τελευταίο εξάμηνο.

– Ουρολοιμώξεις που σχετίζονται με την παρουσία καθετήρα

– Ουροσήψη: Ουρολοίμωξη που οδηγεί σε δυνητικά επικίνδυνη για τη ζωή ανεπάρκεια ζωτικών οργάνων

Πόσο συχνές είναι οι ουρολοιμώξεις;

Οι ουρολοιμώξεις είναι ο δεύτερος πιο συχνός τύπος λοιμώξεων στον άνθρωπο.  Αφορούν και τα δύο φύλα και εμφανίζονται σε όλες τις ηλικίες. 

Οι γυναίκες είναι περισσότερο επιρρεπείς στην εμφάνιση ουρολοιμώξεων για ανατομικούς λόγους.  Υπολογίζεται ότι 1 στις 2 γυναίκες θα έχει ένα τουλάχιστον επεισόδιο κυστίτιδας κατά τη διάρκεια της ζωής της, ενώ 1 στις 3 θα έχει τουλάχιστον ένα επεισόδιο πριν την ηλικία των 24 ετών.

Στους άντρες οι ουρολοιμώξεις δεν είναι τόσο συχνές, αλλά συνήθως είναι πιο σοβαρές και απαιτούν θεραπεία μεγαλύτερης διάρκειας.

Υπάρχουν παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο ουρολοιμώξεων;

– Πλημμελής υγιεινή της πρωκτογεννητικής χώρας και χρήση ακατάλληλων σκευασμάτων υγιεινής

– Κακές συνήθειες ούρησης (αναβολή ούρησης, ούρηση χωρίς χαλάρωση του πυελικού εδάφους)

– Σεξουαλικές πρακτικές

– Μέθοδοι αντισύλληψης (χρήση σπερματοκτόνων, διάφραγμα)

– Στάση των ούρων λόγω οποιασδήποτε αιτίας προκαλεί απόφραξη στο ουροποιητικό και εμποδίζει τη ροή και την πλήρη αποβολή των ούρων (λίθοι, υπερπλασία προστάτη)

– Νευρογενής κύστη (διαταραχές ούρησης σε ασθενείς με νευρολογικά νοσήματα, όπως η πολλαπλή σκλήρυνση ή κακώσεις νωτιαίου μυελού)

– Συγγενείς παθήσεις του ουροποιητικού

– Σακχαρώδης διαβήτης

Οξεία κυστίτιδα

Τι είναι η κυστίτιδα και από τι προκαλείται;

Η κυστίτιδα είναι η ουρολοίμωξη που αφορά στην ουροδόχο κύστη.  Το μικρόβιο που προκαλεί πιο συχνά κυστίτιδα είναι το κολοβακτηρίδιο (Escherichia coli).

Ποια συμπτώματα έχει;

– Πόνος, καύσος (τσούξιμο) κατά την ούρηση

– Αίσθημα βάρους χαμηλά στην κοιλιά

– Συχνή επιθυμία για ούρηση

– Επιτακτική ούρηση με μικρό όγκο ούρων

– Αίμα στα ούρα

– Θολά ή δύσοσμα ούρα

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση της κυστίτιδας στηρίζεται στο ιστορικό, στην κλινική εξέταση και στην ανάλυση των ούρων για την επιβεβαίωση της λοίμωξης.  Κάποιες φορές μπορεί να είναι απαραίτητος ο υπερηχογραφικός έλεγχος και σπανιότερα πιο εξειδικευμένες διαγνωστικές εξετάσεις.

Πώς αντιμετωπίζεται;

Η θεραπεία της κυστίτιδας περιλαμβάνει χορήγηση κατάλληλων αντιβιοτικών σε βραχυχρόνια σχήματα (3-5 μέρες), αναλγητικά – αντιφλεγμονώδη, καθώς και επαρκή ενυδάτωση.

Οξεία πυελονεφρίτιδα

Τι είναι η πυελονεφρίτιδα και από τι προκαλείται;

Πρόκειται για τη λοίμωξη του νεφρού, που συνήθως προκαλείται με την ανιούσα οδό, δηλαδή την είσοδο του μικροβίου από την ουρήθρα και την ουροδόχο κύστη προς το νεφρό μέσω του ουρητήρα.

Ποια συμπτώματα έχει;

– Πυρετός (θερμοκρασία σώματος πάνω από 38οC), ρίγος

– Πόνος στην οσφυϊκή χώρα

– Ναυτία και έμετος

– Κακουχία, ανορεξία

– Συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό (πόνος στην ούρηση, συχνουρία, αιματουρία)

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωσητης οξείας πυελονεφρίτιδας στηρίζεται στο ιστορικό, στην κλινική εξέταση, στον εργαστηριακό έλεγχο (γενική ούρων, καλλιέργεια ούρων και αίματος, εξετάσεις αίματος), ενώ απαραίτητος είναι και ο απεικονιστικός έλεγχος (υπέρηχος, αξονική τομογραφία) για να αποκλειστεί η παρουσία αποφρακτικού αιτίου (π.χ. λίθος) ή αποστήματος.

Πώς αντιμετωπίζεται;

Η θεραπείατης πυελονεφρίτιδας πρέπει να ξεκινά άμεσα αφού τεθεί η διάγνωση, καθώς είναι μία δυνητικά επικίνδυνη κατάσταση, που μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη βλάβη των νεφρών ή σηψαιμία (εξάπλωση μικροβίων στο αίμα) και περιλαμβάνει τη χορήγηση κατάλληλων αντιβιοτικών.  Σε σοβαρές και κυρίως σε επιπλεγμένες περιπτώσεις χρειάζεται νοσηλεία σε νοσοκομείγιαο την ενδοφλέβια χορήγηση αντιβιοτικών και υγρών και τη συστηματική υποστήριξη και παρακολούθηση των ασθενών. Σε περίπτωση απόφραξης λόγω λίθου ή άλλου ανατομικού προβλήματος, είναι απαραίτητη η άρση της απόφραξης με την τοποθέτηση νεφροστομίας ή ουρητηρικού stent (pigtail).

Υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις

Οι υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις αποτελούν συχνές υποτροπές λοιμώξεων του ο υροποιητικού, κυρίως κυστίτιδας με συχνότητα τουλάχιστον 3 επεισόδια/έτος ή 2 επεισόδια κατά τους τελευταίους 6 μήνες.

Ποιοι είναι οι παράγονετς που αυξάνουν τον κίνδυνο για υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις;

Οι παράγοντες κινδύνου διαφοροποιούνται ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας. 

Νέες γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας Μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες
– Σεξουαλική επαφή – Χρήση σπερματοκτόνων – Νέος σεξουαλικός σύντροφος – Μητέρα με ιστορικό ουρολοιμώξεων – Ιστορικό ουρολοιμώξεων στην παιδική ηλικία – Ιστορικό ουρολοιμώξεων πριν την εμμηνόπαυση – Ακράτεια ούρων – Ατροφική κολπίτιδα/ανεπάρκεια οιστρογόνων – Κυστεοκήλη – Αυξημένο υπολειπόμενο με την ούρηση – Παρουσία καθετήρα

Τι διαγνωστικός έλεγχος απαιτείται;

Για την επιβεβαίωση κάθε νέου επεισοδίου ουρολοίμωξης απαιτείται καλλιέργεια ούρων.  Πιο εξειδικευμένος έλεγχος με κυστεοσκόπηση ή απεικονιστικές διαγνωστικές εξετάσεις γίνεται σε περιπτώσεις με άτυπη συμπτωματολογία, όταν υπάρχει υποψία για άλλες παθολογικές καταστάσεις, για παράδειγμα κακοήθεια, παρουσία λίθων, διάμεση κυστίτιδα.

Πώς μπορούν να προληφθούν οι συχνές υποτροπές;

Η πρόληψη των υποτροπών ουρολοίμωξης περιλαμβάνει γενικά μέτρα για αλλαγές στον τρόπο ζωής και αποφυγή των παραγόντων κινδύνου, προφύλαξη με μη-αντιβιοτικά σκευάσματα, καθώς και χημειοπροφύλαξη, δηλαδή προφύλαξη με χορήγηση αντιβιοτικών.  Οι παρεμβάσεις θα πρέπει να γίνονται με αυτή τη χρονική σειρά.

Σε περιπτώσεις γυναικών με υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, λοιπόν, αρχικά συστήνονται κάποια απλά, γενικά μέτρα για την αποφυγή των παραγόντων κινδύνου:

– Κατανάλωση άφθονου νερού

– Τακτική ούρηση χωρίς βιασύνη και πίεση

– Ούρηση μετά τη σεξουαλική επαγή

– Καθαρισμός με κίνηση από εμπρός προς τα πίσω μετά την κένωση του εντέρου

– Αποφυγή χρήσης  σαπουνιού ή αφρόλουτρων στην περιοχή του κόλπου, που θα διαταράξουν τη φυσιολογική χλωρίδα και προστασία της περιοχής

– Αποφυγή στενών παντελονιών και κολάν, χρήση βαμβακερών εσωρούχων

Μέτρα μη-αντιμικροβιακής προφύλαξης είναι τα εξής:

– Ορμονική υποκατάσταση με οιστρογόνα σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση

– Προφύλαξη με προβιοτικά (γαλακτοβάκιλλοι)

– Προφύλαξη με cranberry

– Προφύλαξη με d-mannose

– Ενδοκυστικές εγχύσεις με υαλουρονικό νάτριο και θειϊκή χονδροϊτίνη

Παρά τη λήψη των παραπάνω μέτρων, πολλές γυναίκες εξακολουθούν να εμφανίζουν υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις.  Στις περιπτώσεις αυτές είναι απαραίτητη η λήψη αντιβιοτικής αγωγής σε διάφορα  θεραπευτικά σχήματα:

– Καθημερινή χορήγηση αντιβιοτικών σε χαμηλή δόση

– Λήψη αντιβιοτικών μετά από επαφή όταν ο εκλυτικός παράγοντας της ουρολοίμωξης είναι η σεξουαλική επαφή

Ουρολοιμώξεις στους άνδρες

Οξεία βακτηριακή προστατίτιδα

Πρόκειται για λοίμωξη του προστάτη, που προκαλείται από βακτήρια, με συνηθέστερο αίτιο τα εντεροβακτηριοειδή και κυρίως το E. coli.  Συμπτώματα προστατίτιδας είναι ο πόνος και η δυσκολία κατά την ούρηση, όπως επίσης και ο πυρετός.

Η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό και στην κλινική εξέταση.  Η καλλιέργεια ούρων θα βοηθήσει να εντοπίσουμε τον υπεύθυνο μικροοργανισμό, ενώ σημαντικός είναι και ο αιματολογικός έλεγχος.  Ο υπέρηχος του ουροποιητικού συμπληρώνει τις διαγνωστικές εξετάσεις.

Η θεραπεία γίνεται με τη χορήγηση κατάλληλης αντιβίωσης, αντιπυρετικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, ενώ σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί νοσηλεία για ενδοφλέβια χορήγηση αντιβιοτικών και υγρών.

Οξεία επιδιδυμίτιδα

Πρόκειται για φλεγμονή της επιδιδυμίδας, ενώ αν συνυπάρχει φλεγμονή στον όρχι, ονομάζεται ορχεοεπιδιδυμίτιδα.  Η επιδιδυμίδα, που βρίσκεται πίσω από τον όρχι, είναι ένα όργανο σαν σωλήνας που αποθηκεύει και μεταφέρει το σπέρμα στο σπερματικό πόρο.

Μπορεί να επηρεάσει τους άνδρες όλων των ηλικίων, αλλά είναι συνηθέστερη σε ηλικίες 19-35 ετών.  Προκαλείται από την εξάπλωση κάποιας μικροβιακής λοίμωξης της ουρήθρας ή της ουροδόχου κύστης με συνηθέστερα αίτια τα εντεροβακτηριοειδή (ιδίως το E. coli), τα χλαμύδια (C. Trachomatis) και το γονόκοκκο (N. Gonorrhoeae).

Η επιδιδυμίτιδα μπορεί να ξεκινήσει με πυρετό, αίσθημα βάρους στην περιοχή των όρχεων και ευαισθησία στην ψηλάφησή τους.  Κατόπιν, ο όρχις διογκώνεται και γίνεται ιδιαίτερα σκληρός και επώδυνος.

Η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό και την κλινική εξέταση.  Μπορεί να χρειαστεί επιπλέον έλεγχος με γενική και καλλιέργεια ούρων, αιματολογικό έλεγχο, καθώς και υπερηχογράφημα οσχέων.  Σε εφήβους και νέους άνδρες είναι σημαντικό να γίνει διάκριση ανάμεσα στην επιδιδυμίτιδα και τη συστροφή των όρχεων, η οποία είναι μια επείγουσα κατάσταση και απαιτεί άμεση χειρουργική αντιμετώπιση.

Η θεραπεία γίνεται με τη χορήγηση κατάλληλης αντιβίωσης, αντιπυρετικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί νοσηλεία για ενδοφλέβια φαρμακευτική αγωγή.  Συστήνεται ξεκούραση για κάποιες ημέρες και ανύψωση του οσχέου, συνήθως με κάποιο ειδικό εσώρουχο, που ονομάζεται σπασουάρ.

Ουρηθρίτιδα

Πρόκειται για φλεγμονή της ουρήθρας και  θεωρείται σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.  Ανάλογα με τον αιτιολογικό παράγοντα διακρίνεται σε γονοκοκκική (N. Gonorrhoeae) και μη-γονοκοκκική (ουρεόπλασμα, μυκόπλασμα, χλαμύδια). 

Τα συμπτώματα της ουρηθρίτιδας είναι η παρουσία εκκρίματος από την ουρήθρα (πυώδες ή διαυγές), καθώς και επώδυνη ούρηση ή καύσος κατά μήκος της ουρήθρας. 

Η διάγνωση της ουρηθρίτιδας στηρίζεται στην καλλιέργεια του ουρηθρικού εκκρίματος και η αντιμετώπιση γίνεται με τη χορήγηση κατάλληλης αντιβιοτικής αγωγής.